Μ. Βαμβουνάκη: Η χαζή πόρνη

Από χρόνια κυκλοφορεί ένα ανέκδοτο σε διάφορες παραλλαγές. Ρωτάει: Πότε αυτοκτόνησε η πιο ηλίθια πόρνη; Και απαντάει: Όταν έμαθε ότι οι άλλες πληρώνονται. Άμα το ακούει κανείς γελάει με την απύθμενη χαζομάρα της κοπέλας, όταν το ξανασκεφτεί αρχίζει και σοβαρεύεται, αρχίζει να αναρωτιέται: Μήπως κι εγώ κατά βάθος κρύβω μια χαζή πόρνη μέσα μου;

η χαζη πορνη

 

 

Μιλάμε ασφαλώς για ένα μικρό ανέκδοτο, όμως κρύβει μια σοβαρή σύνδεση όπως θα δούμε παρακάτω. Με άλλα λόγια, δεν αποκλείεται το ανέκδοτο της πόρνης να πυροδοτεί ένα επίσης σημαντικότατο και γενικότατο ψυχικό βάσανο. Μια εσωτερική εμπλοκή που επηρεάζει υπερβολικά μια στάση ζωής και πορεία.

Αφού λοιπόν γελάσει κανείς με την άκρα ηλιθιότητα της εύκολης αφελούς κοπέλας, μπορεί να προβληματιστεί και διαφορετικά. Να υποθέσει, για παράδειγμα, εν πρώτοις, ότι η κοπέλα που εκδιδόταν, και μάλιστα δωρεάν, δεν ήταν ακριβώς κουτή, δεν προχωρούσε στις συναντήσεις και δεν παραδιδόταν ασύστολα από βλακεία, αλλά είχε ανάγκη τη συχνή συνεύρεση διότι ήταν μια ερωτομανής, μια νυμφομανής. Η παθολογική αδυναμία της υποβίβαζε την άλλη ανάγκη για χρηματική αμοιβή.

Αυτό όντως θα ήταν μια νοσηρή, ανεξέλεγκτη περίπτωση, αν και όχι και τόσο συχνή όσο η επόμενη εκδοχή που προσπαθούμε να αναλύσουμε.

Μέσα στον ψυχισμό μας, σε πάρα πολλούς από εμάς, για να μην πω στους περισσότερους, σε έναν ή άλλο βαθμό, κυκλοφορεί η αόριστη αίσθηση πως χρωστάμε τον εαυτό μας. Πως υπάρχουμε και ζούμε για άλλων επιθυμίες, ανάγκες και αποφάσεις. Οι αναπόφευκτες έως παράλογες ενοχές που οι περισσότεροι άνθρωποι αισθανόμαστε από πάρα πολύ νωρίς, από μικρά παιδιά, αόριστες, άγνωστες ενοχές που τείνουμε να τις επενδύουμε σε δήθεν συγκεκριμένες υποχρεώσεις, ριζώνουν στο παμπάλαιο αίσθημα πως οφείλουμε, πως κάτι δεν έχουμε εξοφλήσει.

Κάποιος, συνήθως γονιός, συνηθέστατα μητέρα, μας πρόσφερε τόσο υπεράνθρωπες δωρεές, ώστε παραμένουμε χρεωμένοι ισόβια. Δικά μας ισόβια, όχι δικά τους, μια και μετά τον δικό τους θάνατο χρωστάμε μνημόσυνα, ελεημοσύνες, μετάνοιες, σεβασμό στην πέρα από τον τάφο γνώμη τους. Και ασφαλώς αναμνήσεις και επαναφορές ενοχών παλιών αλλά και συνεχόμενων, σημερινών. Είναι μάλιστα τόσο κοινό και πιεστικό το παράξενο ενοχικό αίσθημα, ώστε αρκετοί χαρακτήρες, προκειμένου να το αποφύγουν, προκειμένου να αναπνεύσουν, οδηγούνται στο άλλο άκρο και καταντούν αναίσθητοι.

Δήθεν αναίσθητοι, παλεύουν οικτρά μέχρι να το καταφέρουν εσωτερικά. Αδιάφοροι και αναίσθητοι από άμυνα στον υπερβολικά συναισθηματισμό τους, στην ευπάθεια, στην εξάρτηση, στις μάχες με τις απαίσιες τύψεις. Το άγχος, που σε αρκετούς ανθρώπους εκδηλώνεται με δύσπνοιες, προέρχεται κατά κανόνα από τύψεις και ενοχές του παιδιού εντός μας. Από πιέσεις αυστηρών και ανικανοποίητων γονέων. Και δυστυχώς, οι εξαιρετικά αυστηροί γονείς είναι συνήθως ανικανοποίητοι γονείς, δεν τελειώνει δηλαδή το μαρτύριο της καταπίεσης που όντως και κυριολεκτικά «πνίγει».

Από σύνδρομο του καλόπαιδου, του οφειλέτη, του θυσιαστικού ή του μονίμως υπόχρεου, που μονίμως υποφέρει όσο μονίμως δεν ξεχρεώνει, οδηγείται κάποιος στις πιο τυραννικές νευρώσεις. Αλλοιώσεις βαθιές που παραμορφώνουν προσωπικότητες, επιθυμίες και επιλογές.

Δεν είναι δύσκολο να καταλάβουμε ότι η θεμελιώδης ενοχή, που σαν λερναία ύδρα διακλαδίζεται, ριζώνει στις πιο πρόωρες, τρυφερές ηλικίες, όταν οι γονείς, οι μανούλες κυρίως, απαριθμούσαν στα μικρά τους πόσες θυσίες έχουν κάνει για χάρη τους, πώς κατέστρεψαν τη ζωή τους, πώς αρρώστησαν για να τα μεγαλώσουν. Και να μην τους το λένε κατά λέξη, το υπονοούν. Δεν είναι τόσο επειδή περιμένουν αντάλλαγμα, που συμβαίνει κι αυτό, όσο για να πείσουν τα παιδιά τους να πράξουν κατά τις υποδείξεις τους, «για το καλό τους». Αν τα παιδιά δεν ακολουθούν ό,τι τους ζητούν, αιωρείται η απειλή πως η ανυπακοή τους θα αρρωστήσει ή θα σκοτώσει τους γονείς, πως υπάρχει μεγάλη πιθανότητα να πάθουν καρδιακή κρίση, ακόμη και να πεθάνουν.

Κανένας δυνάστης δεν είναι ισχυρότερος από τους φόβους μας, ότι μας αναστέλλει κρύβει τρόμο, συνήθως άδηλο. Και είναι δυνάστης ο φόβος, διότι ίσως είναι το μόνο αίσθημα που μπορεί να νικήσει την αγάπη.

Θεωρείται ότι τα πρωτότοκα παιδιά είναι ακόμη πιο ευάλωτα στις ενοχές και στα διαρκή χρέη. Τα πρωτότοκα παιδιά που είναι και τα πιο δυνατά και τα πιο αδύνατα. Μεγαλώνουν με το χρίσμα του διαδόχου και ο διάδοχος οφείλει να γίνει και να πράξει ότι απαιτητικότερο, μπορεί δεν μπορεί, θέλει δε θέλει. Οφείλει να σταθεί στο ανάστημά του ενώ το πραγματικό ανάστημά του δεν το έχει λάβει υπ’ όψιν κανείς. Το συμφέρον της οικογένειας τίθεται πάνω από τις προσωπικές του επιθυμίες, έτσι είναι η μοίρα του.

Υπάρχουν χαρακτήρες που αντιδρούν στις ενοχές τους με σκληρότητα, με βία. Υπάρχουν όμως και χαρακτήρες που τέτοιες ενοχές, όπως αυτές που περιγράφουμε, τους διαπλάθουν υπερβολικά ευάλωτους και υποχωρητικούς απέναντι στους άλλους. Πρώτα στους γονείς, αργότερα σε δασκάλους, σε φίλους, σε συντρόφους, απέναντι σε όλη την ανθρωπότητα. Δεν μπορούν να πουν εύκολα ή και καθόλου «όχι»!

Μια τέτοια στάση – στάση χωρίς αντίσταση – μπορεί να εφαρμοστεί παντού. Σε κάθε σχέση, συνεργασία, εργασία, με κάθε μορφή. Ο κόσμος είναι γεμάτος εκμεταλλευτές, το ζήτημα είναι να μην είσαι εσύ εκμεταλλεύσιμος. Να μην προσφέρεσαι και να μην εμπνέεις να σε χρησιμοποιούν. Υποφέρεις εσύ όταν προσφέρεσαι αδίκως, αλλά και διαφθείρεις τον εκμεταλλευτή σου. Οι εκμεταλλευτές δημιουργούν εκμεταλλεύσιμους αλλά και οι εκμεταλλεύσιμοι δημιουργούν εκμεταλλευτές. Η μάταιη θυσία, η μάταιη οδύνη είναι ένα ανόητο βάρος, που όμως συνηθέστατα συνθλίβει ζωές.

 

Πηγή: Απόσπασμα από το βιβλίο «Σιωπάς για να ακούγεσαι» της Μάρως Βαμβουνάκη – εκδ. Ψυχογιός

sxeseis-kai-sunaisthimata.com/